Word age in greek

The engines are age 2012 and has 60 hours only.!

context icon

Οι κινητήρες είναι έτους 2012 και έχουν 60 ώρες λειτουργίας.!

Some people never age, I don’t know how they manage it.

context icon

Μερικοί άνθρωποι δεν γερνάνε, δεν ξέρω πως τα καταφέρνουν.

It will be the same at the end of this age.

context icon

Σχεδόν τα ίδια θα είναι και στο τέλος του έτους.

You know what they say. Men age better than women.

context icon

Λένε ότι οι άνδρες γερνάνε καλύτερα απ’τις γυναίκες.

What is the age of each member of the family?

context icon

Ποιο έτος γεννήθηκε το κάθε μέλος της οικογένειας;?

A body in motion will age better than one on the couch.

context icon

Ένα σώμα σε κίνηση θα γεράσει καλύτερα από εκείνο που κάθεται στον καναπέ.

At about age 2, children should learn to spit while brushing.

context icon

Γύρω στο 2ο έτος, το παιδί σας θα πρέπει να μάθει να φτύνει ενώ βουρτσίζει.

As people age, you can detect inflammatory changes in various tissues.

context icon

Καθώς οι άνθρωποι γερνάνε, μπορείς να εντοπίσεις φλεγμονώδεις αλλαγές σε διάφορους ιστούς.

What one eats or

eats too much of determines how the face will age.

context icon

Αυτό που τρώμε ή

τρώμε σε υπερβολική ποσότητα καθορίζει πως ένα πρόσωπο θα γεράσει.

People age differently due to genetics and environment.

context icon

Κάθε άνθρωπος γερνάει διαφορετικά και αυτό οφείλεται στα γονίδια και στο περιβάλλον.

All women age differently.

context icon

Κάθε γυναίκα γερνάει με διαφορετικό τρόπο.

In fact,

it was decreed by its creator that this place shall never age.

context icon

O δημιoυργός τoυς διατειvόταv ότι αυτό τo μέρoς δεv θα γεράσει πoτέ.

context icon

Κανείς δεν θα γερνάει ούτε θα πεθαίνει.

Myth: Your skin will age just like your mom’s.

context icon

Μύθος: Το δέρμα μου θα γεράσει όπως και της μητέρας μου.

Smoking: Here is the thing about smoking, it makes you age prematurely!

context icon

Ιδού η απόδειξη!: Το κάπνισμα σας γερνάει πρόωρα!

Skin of metal. And a body that will never age or die.

context icon

Μεταλλικό δέρμα… και σώμα που πότε δε θα γεράσει, ούτε θα πεθάνει.

Women’s brains age more slowly.

context icon

Ο εγκέφαλος των γυναικών γερνάει πιο αργά.

Skin of metal and a body that will never age.

context icon

Δέρμα από ατσάλι και ένα σώμα που δεν θα γεράσει ποτέ.

He makes a wish that his portrait should age rather than himself.

context icon

Δέχεται λοιπόν να του κάνουν ένα πορτρέτο, το οποίο θα γερνάει αντί για αυτόν.

If you let that fester, it will age you, Seannie.

context icon

Αν το αφήσεις να σε καταβάλει, θα σε γεράσει, Σόνι.

Love makes you blush, but you never age.

context icon

Ο έρωτας σε κάνει ντροπάλό, μα τίποτα δε σε γερνάει.

Two doses under age 1: 85%.

context icon

context icon

Ηλικία- όχι λιγότερο των 23 χρονών.

Women’s breasts age faster than the rest of their body.

context icon

Το γυναικείο στήθος γερνά πιο γρήγορα από το υπόλοιπο σώμα.

We’re now in an age of economic pragmatism.”.

context icon

Ευρισκόμεθα εις την εποχήν του πραγματισμού».

context icon

ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ, λοιπόν ή ΑΡΧΑΙΟ ΨΕΜΑ.

As our bodies age, our ability to absorb nutrients diminishes.

context icon

Καθώς το σώμα μας γερνά, η ικανότητα μας στην απορρόφηση θρεπτικών ουσιών μειώνεται.

As European populations age and shrink, the continent urgently needs immigration.

context icon

Καθώς ο ευρωπαϊκός πληθυσμός γερνά και μειώνεται, η ήπειρος χρειάζεται τη μετανάστευση.

Age: The risk for brain tumour typically increases with age.

context icon

Ηλικία- Ο κίνδυνος ανάπτυξης όγκων εγκεφάλου

συνήθως αυξάνεται με την ηλικία.

As people age, they lose the ability to hear in the higher frequencies.

context icon

Καθώς γερνά ο άνθρωπος, χάνει την ικανότητα να ακούει τις υψηλές συχνότητες.

Results: 136594,
Time: 0.0493

English

Greek

Greek

English

‘Active ageing is defined by the World Health Organisation as ‘the process of optimizing opportunities for health, participation and security in order to enhance quality of life as people age (2 ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ορίζει την «ενεργό γήρανση» ως μια διαδικασία, κατά την οποία οι δυνατότητες υγείας, συμμετοχής και ασφάλειας βελτιστοποιούνται, ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των ανθρώπων κατά τη γήρανση (2 ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Commission Directive 2006/125/EC of 5 December 2006 on processed cereal-based foods and baby foods for infants and young children (3 ) requires the indication of the presence or the absence of gluten when the product is intended for infants below six months of age.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Η οδηγία 2006/125/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2006, για τις μεταποιημένες τροφές με βάση τα δημητριακά και τις παιδικές τροφές για βρέφη και παιδιά μικρής ηλικίας (3 ), απαιτεί την ένδειξη παρουσίας ή απουσίας γλουτένης όταν το προϊόν προορίζεται για νήπια ηλικίας κάτω από έξι μηνών.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

at the end of the month in which the official reaches the age of 65 years.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

σττ ττλλλ ττυ µη‹ να καττ ττν ππππ υππλληλλλ γγνεται 65 ετω‹ν.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

A total of 17 Member States and Norway consider the functioning of their age rating systems to be satisfactory41 .

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Συνολικά, 17 κράτη µέλη και η Νορβηγία θεωρούν ικανοποιητική41 τη λειτουργία των οικείων συστηµάτων διαβάθµισης ηλικίας.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Commission Regulation (EC) No 690/2001 (2 ) provides for a purchase scheme of carcases from certain categories of animals over 30 months of age.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 690/2001 της Επιτροπής (2 ) προβλέπει καθεστώς αγοράς για ορισμένες κατηγορίες σφαγίων βοοειδών ηλικίας άνω των 30 μηνών.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Establishment of a European Alliance for an active life in old age along the lines of the European Alliance for Families (36 ) with the goal of providing incentives for leading an active life in old age through the exchange of experience among Member States and promoting cooperation and mutual learning in the European Union.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Σύσταση ευρωπαϊκής συμμαχίας για την «παράταση του επαγγελματικού βίου» παρόμοια με την «ευρωπαϊκή συμμαχία για τις οικογένειες» (36 ) με στόχο να δοθεί ώθηση στην ενεργό γήρανση και να προωθηθεί η αμοιβαία μάθηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της ανταλλαγής εμπειριών των κρατών μελών.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

According to the latest statistics, in 2004, Europe had 2163 dedicated biotech companies, which spent in total €7.6 billion in R&D. The typical European company might be 6-10 years of age and rather small, averaging around 28 employees, and spending an average of €3.3 million on R&D activities7 .

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Σύµφωνα µε τις πλέον πρόσφατες στατιστικές, το 2004 η Ευρώπη είχε 2163 επιχειρήσεις ειδικευµένης βιοτεχνολογίας, που διέθεσαν συνολικά 7,6 δις ευρώ στην Ε&Α. Η κλασική ευρωπαϊκή επιχείρηση µπορεί να έχει ηλικία 6-10 ετών, είναι µάλλον µικρών διαστάσεων και απασχολεί 28 κατά µέσο όρο άτοµα, µε µέσες δαπάνες 3,3 εκατοµ. ευρώ στην Ε&Α7.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

The amount of the indemnity shall not represent a number of months (4 ) which exceeds the period that the staff member would have to serve before reaching the age limit specified in Article 5 of these Regulations.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Το ποσό της αποζηµίωσης δεν µπορεί να αντιπροσωπεύει αριθµό µηνών (4 ) µεγαλύτερο της περιόδου που ο ενδιαφερόµενος θα έπρεπε να συµπληρώσει για να φθάσει το όριο ηλικίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισµού.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

The best available estimates3 indicate that, in 2006, 7.3 million Europeans (across the 27 Member States) between 30 and 99 years of age were suffering from different types of dementia (12.5 per 1 000 inhabitants).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Σύµφωνα µε τις καλύτερες εκτιµήσεις3 που διαθέτουµε, 7,3 εκατοµµύρια Ευρωπαίοι (από τα 27 κράτη µέλη), ηλικίας µεταξύ 30 και 99 ετών, έπασχαν το 2006 από διάφορα είδη άνοιας (12,5 ανά 1 000 κατοίκους).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Moreover, the 2002 Barcelona European Council (8 ) resolved that, by 2010, childcare should be provided in the Member States to at least 90 % of children between three years old and the mandatory school age, and to at least 33 % of children under three years of age.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης (8 ) αποφάσισε το 2002 ότι, μέχρι το 2010, πρέπει να δημιουργηθούν θέσεις σε παιδικούς σταθμούς για το 90 % των παιδιών μεταξύ τριών ετών και της ηλικίας στην οποία αρχίζουν να φοιτούν στο σχολείο, καθώς και για το 33 % των παιδιών κάτω των τριών ετών.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Must Article 2(2)(b) of Regulation (EC) No 1139/98 (1), as amended by Article 1 of Regulation (EC) No 49/2000 (2 ), apply also to baby foods for infants and for young children of up to three years of age, and, more specifically, in relation to such products, must the adventitious contamination by material derived from genetically modified organisms in a proportion of no more than 1 % be indicated on the labelling?

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Πρέπει η διάταξη του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο β’, του κανονισµού (ΕΚ) 1139/98 (1 ), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του κανονισµού (ΕΚ) 49/2000 (2 ), να εφαρµόζεται και στα τρόφιµα για βρέφη και παιδιά έως τριών ετών και, ειδικότερα, είναι υποχρεωτική ή όχι η αναγραφή στην επισήµανση των προϊόντων αυτών της τυχαίας προσµείξεως µε υλικό προερχόµενο από γενετικώς τροποποιηµένους οργανισµούς σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 1

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

The definition for heavy motorcycles remains unchanged; however, the minimum age for direct access to this category will be raised (see below).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Ο ορισµός για τις βαριές µοτοσυκλέτες παραµένει αµετάβλητος· ωστόσο θα αυξηθεί η ελάχιστη ηλικία για άµεση πρόσβαση στην κατηγορία αυτή (βλ. παρακάτω).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Child trafficking55 must be tackled in the light of the EU Charter of Fundamental Rights that stresses the child’s best interests as a primary consideration in all actions relating to children.56 The Convention on the Rights of the Child of 1989 (CRC)57 as the most important international child rights instrument includes provisions on child trafficking.58The Convention applies to every child under the age of 18 years, an approach which is shared by the Commission.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Η εµπορία παιδιών55 πρέπει να αντιµετωπιστεί υπό το πρίσµα του κοινοτικού Χάρτη των Θεµελιωδών ∆ικαιωµάτων που υπογραµµίζει το υπέρτατο συµφέρον του παιδιού ως πρωταρχικής σηµασίας σε όλες τις πράξεις που αφορούν τα παιδιά.56 Η Σύµβαση των ∆ικαιωµάτων του Παιδιού του 1989 (Σ∆Π)57 , ως το σηµαντικότερο διεθνές µέσο για τα δικαιώµατα του παιδιού, περιλαµβάνει διατάξεις για την εµπορία παιδιών.58 Η Σύµβαση ισχύει για κάθε παιδί ηλικίας κάτω των 18 ετών – προσέγγιση που συµµερίζεται η Επιτροπή.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Almost one in 20 people over the age of 65 and one in five over 80 suffer from dementia.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Σχεδόν ένα στα 20 άτομα άνω των 65 ετών και ένα στα πέντε άνω των 80 πάσχει από άνοια.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

in the event of the death of a former official who left the service before reaching the age of 62 and requested that his retirement pension be deferred until the first day of the calendar month following the one in which he reached the age of 62, the amount of retirement pension to which he would have been entitled at the age of 62, had he been alive, subject to the allowances and deductions referred to under (b).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

σε περρπτωση θαννττυ πρω‹ ην υπαλλη‹ λλυ πππππ εεη‹ λθε αππ την υπηρεσσα πριν αππ την ηλικκα των 62 ετω‹ ν και εεεε ητη‹ σει να ανααληθεε η ναρρη καταâïλη‹ ÷ τηη συ‹ ντααη‹ ÷ ττυ µµµρι την πρω‹ τη ηµµρα ττυ µη‹ να µεττ αππ ττ µη‹ να καττ ττν ππππ θα συνεπλη‹ ρωνε την ηλικκα των 62 ετω‹ ν, αααυ‹ πρρστεθθυ‹ ν και αααιρεθθυ‹ ν αππ ττ ππσσ αυττ τα σττιιεεα ππυ αναααρρνται σττ σττιιεεε ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

It was written in 1989, in an age before we knew about predators.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Συντάχθηκε το 1989, σε μια εποχή που δε ξέραμε από «αρπακτικά».

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Article 49 EC precludes legislation of a Member State, such as that at issue in the main proceedings, which excludes all reimbursement by a national social security institution of the costs occasioned by treatment of persons insured with it in private hospitals in another Member State, except those relating to treatment provided to children under 14 years of age.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει νομοθεσία κράτους μέλους, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, η οποία αποκλείει σε κάθε περίπτωση την απόδοση, από ημεδαπό ασφαλιστικό φορέα, δαπανών που πραγματοποιήθηκαν για τη νοσηλεία ασφαλισμένων του σε ιδιωτικά θεραπευτήρια άλλου κράτους μέλους, με μοναδική εξαίρεση την απόδοση των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν για παιδιά έως 14 ετών.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

To be specific, 352 million children under the age of 18 are working.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Συγκεκριμένα, 352 εκατ. παιδιά κάτω των 18 χρόνων εργάζονται.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Is the derogation contained in Article 7(1)(a) of Council Directive 79/7/EEC of 19 December 1978 (1 ) on the progressive implementation of the principle of equal treatment for men and women in matters of social security to be interpreted as being applicable to a benefit such as the early oldage pension in connection with unemployment in respect of which different pensionable ages for men and for women are determined in national law?

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

χει η εξαίρεση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α’, της οδηγίας 79/7/ΕΟΚ του Συµβουλίου, της 19ης ∆εκεµβρίου 1978 (1 ), περί της προοδευτικής εφαρµογής της αρχής της ίσης µεταχειρίσεως µεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέµατα κοινωνικής ασφαλίσεως, την έννοια ότι µπορεί να εφαρµόζεται επί παροχής όπως η πρόωρη σύνταξη γήρατος λόγω ανεργίας, για την οποία το εθνικό δίκαιο καθορίζει διαφορετική ηλικία συνταξιοδοτήσεως για άνδρες και γυναίκες

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Since 1994, this ban has applied to people below the age of 18.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Από το 1994, η απαγόρευση αυτή εφαρμόζεται σε άτομα κάτω των 18 ετών.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Derogations from the main scheme in terms of the salary threshold should be laid down for highly qualified applicants under 30 years of age who, due to their relatively limited professional experience and their position on the labour market, may not be in a position to fulfil the salary requirements of the main scheme or, for those who have acquired their higher education qualifications in the European Union.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Πρέπει να θεσπίζονται παρεκκλίσεις από το κύριο καθεστώς όσον αφορά το κατώτατο όριο μισθού για τους υψηλά ειδικευμένους αιτούντες κάτω των 30 ετών, οι οποίοι λόγω της σχετικά περιορισμένης επαγγελματικής πείρας τους και της θέσης τους στην αγορά εργασίας, μπορεί να μην είναι σε θέση να πληρούν τις απαιτήσεις μισθού του κυρίου καθεστώτος ή για αυτούς που απέκτησαν τους τίτλους σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

My country will have moved into the digital age by 2007.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Η χώρα μου θα έχει μεταβεί στην ψηφιακή εποχή το 2007.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

The employment rate of the total population aged over 55 has fallen considerably in Europe during the last three decades, but also, to a lesser extent, across the Atlantic: in 1999, it was 37 % in the 55-64 age group in the European Union and 55 % in the United States (4 ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Το ποσοστό απασχόλησης του συνολικού πληθυσµού µετά τα 55 έχει µειωθεί αισθητά στην Ευρώπη τις τελευταίες τρεις δεκαετίες αλλά σε µικρότερο βαθµό επίσης και στην πέραν του Ατλαντικού περιοχή: έτσι η απασχόληση στις ηλικίες 55-64 ετών ήταν 37 % το 1999 στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 55 % στις Ηνωµένες Πολιτείες (4 ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

They hanged Dilara Darabi for a crime she denied committing at the age of 17.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Απαγχόνισαν την 17χρονη Dilara Darabi για ένα έγκλημα το οποίο αρνούταν ότι διέπραξε.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

The fact remains that in the 55-64 age group, the average proportion of employees exiting the labour market at the legal retirement age during 1995-2002 was a mere 35 %, whereas 22 % took early retirement, 17 % were invalided out, 13 % left as a result of individual or collective redundancies, and a further 13 % for other reasons (11 ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Ωστόσο παραµένει το γεγονός ότι στις ηλικίες 55-64 έτη, και κατά µέσο όρο για την περίοδο 1995-2002, µόνο το 35 % των µισθωτών εγκαταλείπουν την αγορά εργασίας στη νόµιµη ηλικία συνταξιοδότησης· το 22 % αναχωρούν µε πρόωρη συνταξιοδότηση· το 17 % µε αναπηρία· το 13 % λόγω ατοµικής ή συλλογικής απόλυσης και το 13 % επίσης για διάφορους λόγους (11 ).

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

A former minister George Thomson passed away last week at the age of 87.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

Πρώην υπουργός, ο George Thomson αποβίωσε την περασμένη εβδομάδα, σε ηλικία 87 ετών.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

or, where he has reached the age of at least 50, to a retirement pension in accordance with Section C of this Chapter.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

εετε, εεεσσν εεναι ηλικκαα ττυλλλισττν 50 ετω‹ ν, συ‹ νταêηη γη‹ ρατττ υππ ττυυ ρρυυ ττυ µµρρυυ Γ ττυ παρρντττ κεεαλαααυ.

eur-lex.europa.eu

eur-lex.europa.eu

Mr President, I abstained from voting on company restructuring because, after hoping that the Community would intervene on company restructuring, I would like to specifically remind the House that it is indeed true that a thousand people have been left jobless, deprived of the chance to continue working but, if the States had not delayed the official pensionable age – of at least 200 000 people in Italy, who are therefore continuing to work and who would otherwise have freed up 200 000 jobs if the laws which delayed their pensionable age by five years had not intervened – we would not now be looking at a figure of one thousand people unemployed: there would now be a thousand employed workers, albeit in another firm, but they would nevertheless have had a job.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

μως, εάν τα κράτη δεν είχαν μεταθέσει την ηλικία συνταξιοδότησης – τουλάχιστον 200.000 ατόμων στην Ιταλία, τα οποία παρέμειναν συνεπώς ενεργά, ενώ αντίθετα, στην περίπτωση που δεν υπήρχε η παρέμβαση νόμων για την παράταση της ηλικίας συνταξιοδότησής τους κατά πέντε χρόνια, θα είχαν απελευθερωθεί 200.000 θέσεις εργασίας – δε θα υπήρχαν τώρα χίλιοι άνεργοι αλλά χίλιοι εργαζόμενοι που, έστω και αν απασχολούνταν σε μια άλλη εταιρία, θα είχαν ωστόσο μια θέση εργασίας.

europarl.europa.eu

europarl.europa.eu

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Inflections of ‘age‘ (v): (⇒ conjugate)
ages
v 3rd person singular
aging
v pres p
ageing
v pres p
aged
v past
aged
v past p

WordReference English-Greek Dictionary © 2023:

Κύριες μεταφράσεις
Αγγλικά Ελληνικά
age n (years lived) ηλικία ουσ θηλ
  At the age of six, David started kindergarten.
  Στην ηλικία των έξι ετών, ο Ντέιβιντ πήγε στο νηπιαγωγείο.
age n (era) εποχή ουσ θηλ
  The age of the dinosaurs ended millions of years ago. In this multimedia age, you have to check the sources of your information carefully.
  Η εποχή των δεινοσαύρων τελείωσε πριν από εκατομμύρια χρόνια. Την εποχή των πολυμέσων πρέπει να ελέγχουμε πολύ προσεκτικά την πηγή των πληροφοριών μας.
age n (old age) ηλικία ουσ θηλ
    προχωρημένη ηλικία επίθ + ουσ θηλ
   (καθομιλουμένη) γερατειά, γηρατειά, γεράματα ουσ ουδ πλ
  Age does not seem to have impaired his memory.
  Φαίνεται ότι τα γηρατειά δεν έχουν εξασθενίσει τη μνήμη του.
age,
ages
n
figurative (long time) (μεταφορικά) χρόνια ουσ ουδ πλ
   (μεταφορικά, εμφατικός τύπος) αιώνας ουσ αρσ
  It’s been an age since I last saw him.
  Πέρασαν χρόνια από τότε που τον είδα για τελευταία φορά.
  Πέρασε ένας αιώνας από τότε που τον είδα για τελευταία φορά.
age⇒ vi (grow older) (γίνομαι ηλικιωμένος) γερνάω ρ αμ
   (αυξάνω σε ηλικία) μεγαλώνω ρ αμ
  As people age, they develop wrinkles.
  Όσο γερνούν οι άνθρωποι, κάνουν ρυτίδες.
  Όσο μεγαλώνουν οι άνθρωποι, κάνουν ρυτίδες.
age vi (food, wine: mature) ωριμάζω ρ αμ
  Louis leaves his cheese out on the counter to age.
  Ο Λούις αφήνει το τυρί του να ωριμάσει έξω στον πάγκο.
age [sb] vtr (make older-looking) γερνάω ρ μ
    κάνω κπ να γεράσει έκφρ
  Smoking ages you by dehydrating your skin.
age [sth] vtr (wine, whiskey: mature) ωριμάζω ρ μ
  The distillery ages its whiskey in oak casks.
Επιπλέον μεταφράσεις
Αγγλικά Ελληνικά
age suffix (to form abstract nouns) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)
  For example: bondage, seepage

WordReference English-Greek Dictionary © 2023:

Σύνθετοι τύποι:
age
Αγγλικά Ελληνικά
act your age interj informal (stop behaving immaturely) φέρομαι κατά πως πρέπει στην ηλικία μου περίφρ
   (πιο απλά) συμπεριφέρομαι ώριμα περίφρ
  Fred should start acting his age.
advanced age n (old age) προχωρημένη ηλικία ουσ θηλ
  Cataracts are a common eye problem, especially for people of an advanced age.
age bracket n (people around same age) ομάδα ηλικιών φρ ως ουσ θηλ
    ηλιακό εύρος επίθ + ουσ ουδ
age distribution n (population statistics) δημογραφία ουσ θηλ
  If you examine the age distribution of a population, you see that there are baby booms after wars end.
age gap n (difference in age) διαφορά ηλικίας ουσ θηλ
  There’s a significant age gap between John and his wife.
age group n (people in age range) ηλικιακή ομάδα έκφρ
  The Baby Boomers are the age group that was born after World War II.
age limit n (maximum legal or acceptable age) ηλικιακό όριο, όριο ηλικίας ουσ ουδ
  Most federal judges in the US must retire by the age limit of 75.
age limit n (minimum legal or acceptable age) ηλικιακό όριο, όριο ηλικίας ουσ ουδ
  21 is the age limit for buying alcohol.
age of consent n (age at which sex becomes legal) ηλικία μετά την οποία η σεξουαλική επαφή είναι πλέον νόμιμη ουσ θηλ
  In many countries, the age of consent is determined by the beginning of puberty.
age range n (span of ages) ηλικιακό εύρος επίθ + ουσ ουδ
    ηλικιακή ομάδα επίθ + ουσ θηλ
age spot n (skin blemish) (στο δέρμα) γεροντική κηλίδα επίθ + ουσ θηλ
    κηλίδα γήρατος φρ ως ουσ θηλ
age-long adj (existing for a long time) πανάρχαιος επίθ
    παλιός επίθ
    μακροχρόνιος επίθ
age-old adj (ancient) αρχαίος, πανάρχαιος επίθ
  Hiram Bingham was the first outsider to view the age-old buildings of Machu Pichu.
age-old adj (long-standing) μακροχρόνιος επίθ
  I’ll give you some age-old advice: «Neither a borrower nor a lender be».
at any age adv (no matter what one’s age) σε οποιαδήποτε ηλικία επίρ
Σχόλιο: επιρρηματικός προσδιορισμός
  Cancer does not discriminate, it can strike at any age.
come of age v expr (reach adulthood) ενηλικιώνομαι ρ αμ
  Many cultures have a ritual to celebrate when a youth comes of age.
come of age v expr figurative (be fully developed) εξελίσσομαι σε κτ ρ αμ + πρόθ
    ανάγομαι σε κτ ρ αμ + πρόθ
  Has blogging finally come of age as a way to make money?
  Έχει, τελικά, εξελιχθεί το μπλόγκινγκ σε δραστηριότητα από την οποία μπορεί κανείς να βγάλει χρήματα;
coming of age n (reaching adulthood) ενηλικίωση ουσ θηλ
  «Cinema Paradiso» is a film about the coming of age of an Italian boy.
coming-of-age story n (novel, film: child becomes adult) ιστορία ενηλικίωσης φρ ως ουσ θηλ
dark ages npl figurative (being unenlightened) (μεταφορικά) μεσαίωνας ουσ αρσ
  My boss is still living in the dark ages. He thinks his female employees should make the coffee.
drinking age n (legal age to drink alcohol) ηλικιακό όριο για την κατανάλωση οινοπνεύματος ουσ ουδ
  The drinking age in New York is 21 years old.
early age n (infancy) νηπιακή ηλικία, βρεφική ηλικία ουσ θηλ
  My son started reading at an early age — as far as I remember he was only three years old.
from age to age adv (throughout history) ανά τις εποχές επίρ
Σχόλιο: επιρρηματικός προσδιορισμός
  From age to age, the quest to discover has been an imperative of the human race.
full age n (majority, legal age of adulthood) ενηλικότητα ουσ θηλ
golden age n (finest period in [sth]‘s history) Χρυσούς Αιών ουσ αρσ
  Some look back to the 18th century as the golden age of reason.
great age n (advanced age, old age) γηρατειά ουσ ουδ πλ
  Turtles can live to a great age.
ice age n (cold prehistoric period) εποχή των παγετώνων ουσ θηλ
  Mammoths lived at the end of the last ice age. Another ice age is due to begin within 1000 years or so.
  Τα μαμούθ έζησαν κοντά στο τέλος της εποχής των παγετώνων. Ακόμη μία εποχή των παγετώνων πρόκειται να αρχίσει μέσα στα επόμενα 1000 χρόνια περίπου.
in a dog’s age,
for a dog’s age
adv
figurative, informal, US (for a long time) εδώ και πολύ καιρό έκφρ
in this day and age adv (these days) τη σήμερον ημέρα, στις μέρες μας έκφρ
  No one writes hand-written letters in this day and age. It is difficult to believe that slavery is still tolerated in this day and age.
  Κανένας δε γράφει γράμματα τη σήμερον ημέρα (or: στις μέρες μας). Είναι δύσκολο να πιστέψεις ότι η σκλαβιά είναι ακόμη αποδεκτή στις μέρες μας.
legal age n (law: age at which you can do [sth]) νόμιμη ηλικία επίθ + ουσ θηλ
    ηλικία στην οποία επιτρέπεται κτ περίφρ
  The government should consider raising the legal age for driving from 17 to 18.
mature age n (middle age) ώριμη ηλικία επίθ + ουσ θηλ
  His mother is of mature age at 40 years old.
mature age n (legal adulthood) απαιτούμενη από το νόμο ηλικία περίφρ
   (με βάση το νόμο) ενήλικος επίθ
  The law of the United States holds that only those of mature age may purchase cigarettes.
middle age n (mature years: 50s) μέση ηλικία επίθ + ουσ θηλ
  When Ray reached middle age, he knew he needed to do something to get his body in shape.
middle-age spread n (bodily change) συσσώρευση λίπους στην κοιλιά λόγω ηλικίας φρ ως ουσ θηλ
   (καθομιλουμένη) κοιλίτσα λόγω ηλικίας φρ ως ουσ θηλ
    σωσίβιο λόγω ηλικίας φρ ως ουσ ουδ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
of age adj (legally adult) ενήλικος επίθ
   (καθομιλουμένη) αρκετά μεγάλος επίρ + επίθ
  How can I be of age to serve in the military but too young to buy a beer?
old age n (latter stages of adulthood) γηρατειά ουσ ουδ πλ
  People often become forgetful in their old age.
  Συχνά οι άνθρωποι ξεχνάνε στα γηρατειά τους.
old age n as adj (in latter stage of adulthood) που συνοδεύει τα γηρατειά περίφρ
    των γηρατειών περίφρ
  Declining health is an old-age issue for many people.
old-age pension n UK (retirement payment) σύνταξη γήρατος φρ ως ουσ θηλ
overage,
over-age
adj
(older than an age limit) υπερήλικος επίθ
  Tommie was overage and couldn’t ride the roller-coaster.
retirement age n (law: age [sb] stops working) ηλικία συνταξιοδότησης φρ ως ουσ θηλ
ripe old age,
ripe age
n
informal (advanced age) ώριμη ηλικία επίθ + ουσ θηλ
   (πιο σαφές: μεγάλη ηλικία) προχωρημένη ηλικία μτχ πρκ + ουσ θηλ
  Grandpa died at the ripe old age of 99.
school age n (age: in-school years) σχολική ηλικία επίθ + ουσ θηλ
space age n (period post-1950s onwards) διαστημική εποχή έκφρ
  The launch of Sputnik initiated the space age.
stone age n (early period in civilization) Λίθινη Εποχή έκφρ
  The dinosaurs had already died out by the beginning of the Stone Age.
tender age n (youth) τρυφερή ηλικία επίθ + ουσ θηλ
  Mozart first performed for European royalty at the tender age of six.
this day and age n slightly informal (modern times) το σήμερα άρθ ορ + ουσ ουδ
   (επίσημο) τη σήμερον ημέρα φρ ως επίρ
  The children of this day and age adapt easily to new technology.
underage,
under-age
adj
(person: legally too young) ανήλικος επίθ
  It is against the law to buy alcohol for people who are underage.
underage,
under-age
adj
(act: involving a minor) (σε γενική) ανηλίκου ουσ ουδ
    με ανήλικο περίφρ
  Underage sex is illegal in many countries.
underage drinking,
under-age
n
(alcohol consumption by minors) κατανάλωση αλκοόλ από ανηλίκους περίφρ
  This leaflet on underage drinking contains advice for parents of teenage children.
voting age n (age when you become eligible to vote) εκλογική ενηλικιότητα επίθ + ουσ θηλ
    ηλικία, κατά την οποία μπορεί κανείς να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα φρ ως ουσ θηλ
    ηλικία άσκησης εκλογικών δικαιωμάτων φρ ως ουσ θηλ
   (καθομιλουμένη) ηλικία που ψηφίζω φρ ως ουσ θηλ

Home

About

Blog

Contact Us

Log In

Sign Up

Follow Us

Our Apps

Home>Words that start with A>age>English to Greek translation

How to Say Age in GreekAdvertisement

Categories:
General

If you want to know how to say age in Greek, you will find the translation here. We hope this will help you to understand Greek better.

Here is the translation and the Greek word for age:

ηλικία

[ilikía]

Edit

Age in all languages

Dictionary Entries near age

  • agape
  • agate
  • agave
  • age
  • aged
  • ageless
  • agency

Cite this Entry

«Age in Greek.» In Different Languages, https://www.indifferentlanguages.com/words/age/greek. Accessed 14 Apr 2023.

Copy

Copied

Check out other translations to the Greek language:

  • application
  • attention
  • careful consideration
  • follower
  • give a performance
  • hit
  • look back
  • outfit
  • quintessential
  • relevance

Browse Words Alphabetically

Ezoicreport this ad

Synonyms: age

  • golden-years, winter of life, epoch, declining years, interim, grow feeble, perennation, advanced years, senectitude
  • stage, time of life, old age, oldness, ancientness, decrepitude, seniority, period, time
  • century, decade, generation, interval, term, eon, eternity, years, dog-s-age
  • coon-s-age, donkey-s-years, month-of-sundays, grow old, get on, get on in years, decline, wane, advance in years
  • wrinkle, deteriorate, fail, waste-away, turn gray, turn white, show one’s age, have one foot in the grave, go-downhill
  • be over the hill, ripen, develop, mellow, mature, life, sense, grow, advanced
  • aet, aetat, aged, anile, antediluvian, antiquated, decrepit, distressed, patriarchal
  • senescent, senior, superannuated, venerable, veteran, aeon, anecdotage, caducity, climacteric
  • dotage, lifetime, longevity, maturity, patina, senescence, senility, superannuation, antiquate
  • cycle, duration, era, majority, millennium, season, span, agedness, year
  • day, Used in plural: eon, long, blue moon, get along, maturate, forever-and-a-day, forever-and-ever, youth
  • eld, geezerhood, long-time, historic period, senesce, diuturnity, long-lastingness, long-livedness, primordialism
  • primordiality, survivance, age-group, of-age, years-old, school-age, school-aged, pensionable-age, 85
  • to19, yrs, elderliness, antiquity, sunset-years, show one’s years
  • Examples: age

    I lied about my age and name so I could re — enroll in high school, get a leg up on the sport, and a chance at a better life.

    Είπα ψέματα για την ηλικία και το όνομά μου, ώστε να μπορέσω να εγγραφώ ξανά στο γυμνάσιο, να πάρω το άθλημα και μια ευκαιρία σε μια καλύτερη ζωή.

    Legends are hard to come by in this day and age.

    Οι μύθοι είναι δύσκολο να βρεθούν σε αυτήν την ημέρα και την εποχή.

    But when you lie about your age, be careful.

    Αλλά όταν λέτε ψέματα για την ηλικία σας, προσέξτε.

    After lying about her age… she had conned her way into a job as a movie studio executive.

    Αφού είπε για την ηλικία της … είχε μετατραπεί σε δουλειά ως εκτελεστικός κινηματογράφος.

    By age 9, the school started saying he was disabled, mentally.

    Μέχρι την ηλικία των 9 ετών, το σχολείο άρχισε να λέει ότι είχε αναπηρία, διανοητικά.

    However, camels are priced according to their size and age.

    Ωστόσο, οι καμήλες διατίθενται ανάλογα με το μέγεθος και την ηλικία τους.

    Shinzon was created with temporal RNA sequencing so that his aging process could be accelerated to reach your age more quickly and skip 30 years of his life.

    Ο Shinzon δημιουργήθηκε με χρονική αλληλουχία RNA έτσι ώστε η διαδικασία γήρανσης του να μπορεί να επιταχυνθεί για να φτάσει την ηλικία σας πιο γρήγορα και να παραλείψει 30 χρόνια από τη ζωή του.

    We made it to the remote control age! — Is it in stereo?

    Φτάσαμε στην εποχή του τηλεχειριστηρίου! — Είναι στερεοφωνικό;

    Stars wheeled overhead…… and every day was as long as a life age of the Earth.

    Αστέρια με τροχούς από πάνω … και κάθε μέρα ήταν όσο η ηλικία της Γης.

    When I was your age, there were around 10,000 Jedi Knights defending the galaxy.

    Όταν ήμουν ηλικία σας, υπήρχαν περίπου 10.000 Ιππότες Τζέντι που υπερασπίζονταν τον γαλαξία.

    To make a complicated story short, he ran into New Age ideologues who made insipid claims about black and white magic embedded in the grammar of this language.

    Για να κάνετε μια περίπλοκη ιστορία σύντομη, έτρεξε στη Νέα Εποχή ιδεολόγοι που έκανε ανούσια ισχυρισμούς σχετικά με το μαύρο και άσπρο μαγεία ενσωματωμένα στη γραμματική της γλώσσας αυτής.

    I mean, boys your age are maybe into experimentation and trying new things with animals.

    Σημαίνει, αγόρια στην ηλικία σας ίσως να πειραματιστούν και να δοκιμάσουν νέα πράγματα με ζώα.

    My friends, I give you the very newest of the new age.

    Φίλοι μου, σας δίνω το πιο νέο της νέας εποχής.

    Coroner verified the age and the prints.

    Ο Coroner επαλήθευσε την ηλικία και τις εκτυπώσεις.

    No, because each individual, after reaching an age of responsibility, is judged on the basis of his own conduct and attitude.

    Όχι, γιατί κάθε άτομο, αφού φτάσει σε ηλικία ευθύνης, κρίνεται βάσει της δικής του συμπεριφοράς και συμπεριφοράς.

    At about age two, the bubble does indeed burst as a parent shifts roles from caretaker to instructor.

    Στην ηλικία των δύο περίπου, η φούσκα έσκασε πράγματι καθώς ο γονέας αλλάζει ρόλους από τον επιστάτη στον εκπαιδευτή.

    Perhaps illness, advancing age, or other personal circumstances prevent some from doing as much as they would like in sacred service.

    Ίσως η ασθένεια, η προχωρημένη ηλικία ή άλλες προσωπικές περιστάσεις εμποδίζουν κάποιους να κάνουν όσα θα ήθελαν στην ιερή υπηρεσία.

    Then he told me I was too mature for guys my own age.

    Τότε μου είπε ότι ήμουν πολύ ώριμος για παιδιά της ηλικίας μου.

    Approximately 30 to 60 years of age.

    Περίπου 30 έως 60 ετών.

    Sandblasting a porcelain vase, which will then be treated chemically, and ends up like an age — old antique.

    Αμμοβολή σε ένα βάζο πορσελάνης, το οποίο στη συνέχεια θα αντιμετωπιστεί χημικά, και καταλήγει σαν μια παλιά αντίκα.

    It so happens in this modern age that our caves are fully plumbed.

    Αυτό συμβαίνει σε αυτήν τη σύγχρονη εποχή που οι σπηλιές μας είναι πλήρως υδραυλικές.

    She was your age when she made that commercial, Batboy.

    Ήταν η ηλικία σου όταν έκανε αυτό το διαφημιστικό, Batboy.

    An army is a nation within a nation; it is one of the vices of our age.

    Ένας στρατός είναι ένα έθνος μέσα σε ένα έθνος. είναι ένα από τα κακά της εποχής μας.

    You can apply for a physical fitness test regardless of your age.

    Μπορείτε να υποβάλετε αίτηση για τεστ φυσικής κατάστασης ανεξάρτητα από την ηλικία σας.

    At present there are about 31 million Americans over the age of sixty — five.

    Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 31 εκατομμύρια Αμερικανοί άνω των εξήντα πέντε ετών.

    We live in the atomic age.

    Ζούμε στην ατομική εποχή.

    This is the age of information, and computers are playing an increasingly important role in our everyday life.

    Αυτή είναι η εποχή των πληροφοριών και οι υπολογιστές διαδραματίζουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στην καθημερινή μας ζωή.

    We often hear it said that ours is essentially a tragic age.

    Συχνά ακούμε ότι η δική μας είναι ουσιαστικά μια τραγική εποχή.

    His advanced age prevents him from getting a job.

    Η προχωρημένη του ηλικία τον εμποδίζει να βρει δουλειά.

    Mr. Yamanaka looks young for his age.

    Ο κ. Yamanaka φαίνεται νέος για την ηλικία του.

    Ten years have passed since I came to Tokyo at the age of eighteen.

    Έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε που ήρθα στο Τόκιο σε ηλικία δεκαοκτώ ετών.

    Our teacher looks young for her age.

    Ο δάσκαλός μας φαίνεται νέος για την ηλικία της.

    My mother got married at the age of twenty.

    Η μητέρα μου παντρεύτηκε σε ηλικία είκοσι ετών.

    I’m twice your age.

    Είμαι διπλάσια από την ηλικία σου.

    I am the same age.

    Είμαι η ίδια ηλικία.

    We are entitled to vote at the age of 20.

    Έχουμε το δικαίωμα να ψηφίσουμε στην ηλικία των 20 ετών.

    We are living in the atomic age.

    Ζούμε στην ατομική εποχή.

    We should not ask a woman her age.

    Δεν πρέπει να ρωτάμε μια γυναίκα την ηλικία της.

    It is important, in any age, to adore God and to respect one’s parents.

    Είναι σημαντικό, σε οποιαδήποτε ηλικία, να λατρεύουμε τον Θεό και να σεβόμαστε τους γονείς κάποιου.

    It crawls on all fours as a baby, then learns to walk on two legs, and finally needs a cane in old age.

    Σέρνεται και στα τέσσερα ως μωρό, στη συνέχεια μαθαίνει να περπατά με δύο πόδια και τελικά χρειάζεται ένα μπαστούνι σε μεγάλη ηλικία.

    The students range in age from 18 to 25.

    Οι μαθητές κυμαίνονται από 18 έως 25 ετών.

    Because of his age, my grandfather doesn’t hear well.

    Λόγω της ηλικίας του, ο παππούς μου δεν ακούει καλά.

    Grandfather is still very active for his age.

    Ο παππούς είναι ακόμα πολύ δραστήριος για την ηλικία του.

    Osamu Dazai killed himself at the age of thirty — nine.

    Ο Osamu Dazai αυτοκτόνησε σε ηλικία τριάντα εννέα.

    She was a young girl about your age.

    Ήταν ένα νεαρό κορίτσι για την ηλικία σας.

    My homeroom teacher is the same age as my mother.

    Ο δάσκαλός μου στην αίθουσα είναι ίδια ηλικία με τη μητέρα μου.

    He lived to a ripe old age.

    Έζησε σε ώριμα γηρατειά.

    She lived in five different countries by age 25.

    Έζησε σε πέντε διαφορετικές χώρες από την ηλικία των 25.

    Act your age.

    Δράστε την ηλικία σας.

    He looks very vigorous, considering his age.

    Φαίνεται πολύ έντονος, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του.

    Every person will be admitted regardless of his or her age.

    Κάθε άτομο θα γίνει δεκτό ανεξάρτητα από την ηλικία του.

    Regardless of age, everybody can apply for it.

    Ανεξάρτητα από την ηλικία, όλοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση για αυτό.

    We cannot ask anything about age or physical problems.

    Δεν μπορούμε να ρωτήσουμε τίποτα για την ηλικία ή τα φυσικά προβλήματα.

    Try to act your age.

    Προσπαθήστε να ενεργήσετε την ηλικία σας.

    He has a son of your age.

    Έχει έναν γιο της ηλικίας σας.

    His mother looks young for her age.

    Η μητέρα του φαίνεται νέα για την ηλικία της.

    You must take his age into account when you judge his performance.

    Πρέπει να λάβετε υπόψη την ηλικία του όταν κρίνετε την απόδοσή του.

    If you consider his age, then you can’t blame him for his actions.

    Εάν θεωρείτε την ηλικία του, τότε δεν μπορείτε να τον κατηγορήσετε για τις πράξεις του.

    You had better take account of his age.

    Καλύτερα να λάβετε υπόψη την ηλικία του.

    His niece is attractive and mature for her age.

    Η ανιψιά του είναι ελκυστική και ώριμη για την ηλικία της.

    He died last year of old age.

    Πέθανε πέρυσι σε ηλικία.

    He started learning English at the age of eleven.

    Άρχισε να μαθαίνει αγγλικά στην ηλικία των έντεκα.

    He graduated from college at the age of 22.

    Αποφοίτησε από το κολέγιο σε ηλικία 22 ετών.

    He killed himself at the age of thirty.

    Σκοτώθηκε σε ηλικία τριάντα ετών.

    He came to Tokyo at the age of three.

    Ήρθε στο Τόκιο σε ηλικία τριών ετών.

    Subjects>Jobs & Education>Education

    User Avatar

    GameProKing

    Lvl 1

    ∙ 10y ago


    Best Answer

    Copy

    The Greek word for «Age» is «ηλικία».

    User Avatar

    Wiki User

    ∙ 10y ago

    This answer is:

    User Avatar

    Study guides

    Add your answer:

    Earn +

    20

    pts

    Q: How do you say age in Greek?

    Write your answer…

    Submit

    Still have questions?

    magnify glass

    imp

    Related questions

    People also asked

    Like this post? Please share to your friends:
  • Word against mine sentences
  • Word after see or go
  • Word after say or now
  • Word after in spanish
  • Word adobe photoshop image